ἰσορροπιῶν

ἰσορροπιῶν
ἰσορροπία
equipoise
fem gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση — ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ/ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Η αφετηρία Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας το Μάρτιο του 1957, ύστερα από την υπογραφή της σχετικής συνθήκης στη Ρώμη από τη Γαλλία, την Ομοσπονδιακή… …   Dictionary of Greek

  • Архимед — У этого термина существуют и другие значения, см. Архимед (значения). Архимед Αρχιμήδης …   Википедия

  • ЕВТОКИЙ —     ЕВТОКИЙ (Εὐτόκιος) Александрийский (1 я пол. 6 в. н. э.), греческий математик, ученик архитектора Исидора Милетского, автор комментариев к сочинениям Архимеда «О сфере и цилиндре» (Περὶ σφαίρας καὶ κυλίνδρου), «Измерение круга» (Κύκλου… …   Античная философия

  • οικονομία — Ο όρος, ελληνικός που έγινε παγκόσμιος, σημαίνει, στην πρώτη του έννοια, διαχείριση του οίκου· γενικότερα όμως ο. είναι σήμερα η επιστήμη που μελετά την παραγωγή, τη διανομή και την κατανάλωση του πλούτου και συγχρόνως τους νόμους που τις… …   Dictionary of Greek

  • σοκ — Παθητική απάντηση του οργανισμού σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις η οποία εκδηλώνεται με σοβαρή διαταραχή της περιφερειακής κυκλοφορίας, που προκαλεί μεγάλη κατάπτωση όλων των ζωικών ικανοτήτων. Τα αίτια είναι πολλαπλά. Στην πρώτη θέση είναι… …   Dictionary of Greek

  • Αγκόλα — Κράτος της ΝΔ Αφρικής.Συνορεύει στα Β και ΒΑ με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Ζαϊρ), στα Α με τη Ζάμπια, στα Ν με τη Ναμίμπια, ενώ Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.Η Α. εκτείνεται στα νότια της λεκάνης του ποταμού Κονγκό στη ΝΔ Αφρική …   Dictionary of Greek

  • Γκορμπατσόφ, Μιχαήλ Σεργκιέγιεβιτς — (Mikhail Sergeyevich Gorbachev, Πριβονλόγιε Καυκάσου 1931 –). Ρώσος πολιτικός. Σπούδασε στη νομική σχολή του πανεπιστημίου της Μόσχας και αγροτική οικονομία στη Σταυρούπολη. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του ενεργοποιήθηκε στη φοιτητική νεολαία… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Μάρσαλ, Άλφρεντ — (Alfred Marshall, Λονδίνο 1842 – Κέιμπριτζ 1924). Άγγλος οικονομολόγος. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, στο οποίο έγινε αργότερα καθηγητής. Το 1890 δημοσίευσε το έργο του με τίτλο Αρχές οικονομικής επιστήμης, το οποίο αποτέλεσε σημαντικό …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”